- ἐκδιῶξαν
- ἐκδιώκωchase awayaor part act neut nom/voc/acc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Δελφοί — Ορεινή κωμόπολη (υψόμ. 580 μ., 2.373 κάτ.) στην πρώην επαρχία Παρνασσίδος του νομού Φωκίδος. Βρίσκεται στις νότιες πλαγιές του Παρνασσού, 21 χλμ. ΝΑ της Άμφισσας. Αποτελεί έδρα του ομώνυμου δήμου. Ο σημερινός οικισμός διαδέχτηκε τον παλαιότερο… … Dictionary of Greek
δήλος — Μικρό (μέγιστο μήκος 6 χλμ., μέγιστο πλάτος 1,3 χλμ.) άγονο νησί, που βρίσκεται σχεδόν στο κέντρο των Κυκλάδων (6 μίλια από τη Μύκονο). Ο παράλιος ομώνυμος οικισμός (14 κάτ., υπάλληλοι της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας) υπάγεται διοικητικά στον δήμο… … Dictionary of Greek
κίνα — Επίσημη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας Έκταση: 9.596.960 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.284.303.705 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Πεκίνο ή Μπεϊτζίνγκ (6.619.000 κάτ. το 2003)Κράτος της ανατολικής Ασίας. Συνορεύει στα Β με τη Μογγολία και τη Ρωσία, στα ΒΑ… … Dictionary of Greek
Αδριανούπολη — (τουρκ. Edirne). Πόλη (125.000 κάτ. το 2002) της Τουρκίας στην ανατολική Θράκη, η μεγαλύτερη μετά την Κωνσταντινούπολη, 5 χλμ. από τα ελληνικά σύνορα. Πρωτεύουσα της ομώνυμης επαρχίας (6.276 τ.χλμ., 423.000 κάτ.), η Α. είναι σημαντικό… … Dictionary of Greek
Βίλα, Πάντσο Φραντσίσκο — (Francisco «Pancho» Villa,Γκράντε ή Σαν Χουάν Ντελ Ρίο, Μεξικό 1877 – Παράλ 1923). Ψευδώνυμο του Μεξικανού πολιτικού και επαναστάτη Δορόθεο Αράνγκο (η ορθότερη προφορά του ονόματός του είναι Βίγια). Δεν υπάρχουν ασφαλείς πληροφορίες για τον… … Dictionary of Greek
Δενδρίτις — Επίθετο που είχε δοθεί στην Ωραία Ελένη μετά τον θάνατό της, επειδή, κατά μία ροδιακή παράδοση, κρεμάστηκε από ένα δέντρο. Σύμφωνα με τον μύθο, μετά τον θάνατο του Μενέλαου, οι νόθοι γιοι του Μεγαπένθης και Νικόστρατος εκδίωξαν την Ελένη, που… … Dictionary of Greek
Δρύοπες — Αρχαίος λαός που κατοικούσε στην περιοχή του όρους Οίτη. Επώνυμος ήρωάς τους ήταν ο Δρύοπας. Σύμφωνα με τη μυθολογία, οι Δ. νικήθηκαν από τον Ηρακλή και διασκορπίστηκαν στην Εύβοια και στην Πελοπόννησο· ωστόσο, εικάζεται ότι τους εκδίωξαν οι… … Dictionary of Greek
Ελβετία — Επίσημη ονομασία: Ελβετική Συνομοσπονδία Έκταση: 41.285 τ. χλμ Πληθυσμός: 7.258.900 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Βέρνη (122.500 κάτ. το 2001)Κράτος της κεντρικής Ευρώπης. Συνορεύει Δ με τη Γαλλία, Β με τη Γερμανία, Α με την Αυστρία και το Λιχτενστάιν… … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Ιστορία (Αρχαιότητα) — ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ (600000 1100 π.Χ.) Σύμφωνα με τα αρχαιολογικά ευρήματα, θεωρείται ότι η ζωή ξεκίνησε στον ελλαδικό χώρο από το 100 000 π.Χ. (Παλαιολιθική εποχή). Όμως, η χρονική περίοδος που ιστορικά παρουσιάζει εξαιρετικό… … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Ιστορία (Νεότεροι χρόνοι) — Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΝΕΟΤΕΡΩΝ ΧΡΟΝΩΝ (1828 ΕΩΣ ΣΗΜΕΡΑ) Τα γεγονότα που σημάδεψαν τη νεότερη ιστορία της Ελλάδας ήταν πολλά και ιδιαίτερα σημαντικά, συνέτειναν δε, μέσα από αιματηρές εσωτερικές διενέξεις (με αποκορύφωμα τον εθνικό διχασμό) και… … Dictionary of Greek